Αρπαγόφυτο - (Devil's Claw)

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Το Αρπαγόφυτο  (Devil’s Claw, Harpagophytum procumbens) είναι ένα βότανο που προέρχεται από τη Νότια Αφρική. Χρησιμοποιείται παραδοσιακά για την αντιμετώπιση των φλεγμονών.

ΧΡΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΒΟΤΑΝΟΥ
Το Devil’s Claw έχει αντιφλεγμονώδεις, αντιρρευματικές, αναλγητικές, ηρεμιστικές και διουρητικές ιδιότητες. Χρησιμοποιείται παραδοσιακά για την αντιμετώπιση του μυϊκού άλγους και των φλεγμονών.



ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΟΣΟΛΟΓΙΕΣ
Μέρος του φυτού που χρησιμοποιείται: ΡΙΖΑ.
Σκόνη βοτάνου: 0,1–0,25g τρεις φορές ημερησίως.

ΩΦΕΛΕΙΑ ΛΗΨΗΣ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΟΣ DEVIL’S CLAW
Το Devil’s Claw έχει χρησιμοποιηθεί σε περιπτώσεις αρθρίτιδας, ποδάγρας, μυϊκού άλγους και διαφόρων μορφών μυϊκού ρευματισμού, πόνων στη μέση και γενικότερα ρευματοειδών παθήσεων. Επίσης, έχει βρεθεί ότι βελτιώνει την όρεξη και ανακουφίζει από ήπιες στομαχικές διαταραχές.
Αντιφλεγμονώδες
Μελέτες έχουν δείξει ότι τα εκχυλίσματα του Devil’s Claw έχουν αντιφλεγμονώδεις και αναλγητικές ιδιότητες (1-3). Παρόλα αυτά, αυτό επιδέχεται εκτενέστερης μελέτης.
Ανώμαλοι Καρδιακοί Παλμοί
Τα εκχυλίσματα του Devil’s Claw ελαττώνουν τους ανώμαλους καρδιακούς παλμούς που προκαλεί η αδρεναλίνη και κάποια φάρμακα για την καρδιά (4,5).
Καταπράυνση του Εντέρου
Μελέτες έχουν δείξει ότι το Devil’s Claw και πιο συγκεκριμένα το harpagoside που περιέχει, ηρεμεί τις συσπάσεις του εντέρου που προκαλεί το χλωριούχο βάριο (χρησιμοποιείται στις ακτινογραφίες του πεπτικού συστήματος) και η ακετυλοχολίνη (ο χημικός αγγελιοφόρος του σώματος που διεγείρει τα νεύρα) (6).
Αντιμυκητιασικό
Μελέτες έχουν επιβεβαιώσει ότι το Devil’s Claw έχει ήπιες αντιμυκητιασικές ιδιότητες (7).
Αρθρίτιδα
Θα πρέπει να πραγματοποιηθούν περισσότερες μελέτες που θα επιβεβαιώνουν τη χρήση του Devil’s Claw για την αντιμετώπιση της αρθρίτιδας (8,9,10).

ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΦΥΛΑΞΕΙΣ
Ένας ασθενής με αρθροπάθεια εμφάνισε κεφαλαλγία το πρωί, βόμβο (κουδούνισμα των αυτιών), ανορεξία και απώλεια γεύσης κατά τη λήψη του Devil’s Claw. Δεν αναφέρθηκαν παρενέργειες από άλλους ασθενείς που λάμβαναν το Devil’s Claw.
Οι έγκυες και οι γυναίκες σε θηλασμό θα πρέπει να συμβουλευτούν έναν ειδικό γιατρό πριν χρησιμοποιήσουν το Devil’s Claw.
Δεν συνιστάται η χρήση του Devil’s Claw σε παιδιά.

ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΤΕΝΔΕΙΞΕΙΣ
Το Devil’s Claw δεν θα πρέπει να λαμβάνεται από διαβητικούς χωρίς την επίβλεψη κάποιου ειδικού γιατρού (το βότανο έχει υπογλυκαιμικές ιδιότητες, δηλαδή μειώνει το σάκχαρο του αίματος). Δεν συνιστάται η χρήση του Devil’s Claw σε άτομα με καρδιακά προβλήματα ή άτομα που υπόκεινται σε θεραπεία για τη ρύθμιση της πίεσης τους (είτε είναι χαμηλή είτε υψηλή).

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Erdös A et al. Beitrag zur pharmakologie und toxikologie verschiedener extrakte, sowie des harpagosids aus Harpagophytum procumbens DC. Planta Med, 34:97-108, 1978.
2. Lanhers M-C et al. Anti-inflammatory and analgesic effects of an aqueous extract of Harpagophytum procumbens. Planta Med, 58:117-123, 1992.
3. Bhattacharya A. Bhattacharya SK. Antioxidant activity of Harpagophytum procumbens (Devil´s claw). Brit. J. of Phytotherapy 5;2: 68-71.
4. Circosta C et al. A drug used in traditional medicine: Harpagophytum procumbens DC. II. Cardiovascular activity. J Ethnopharmacol, 11:259-274, 1984.
5. Costa de Pasquale R et al. A drug used in traditional medicine: Harpagophytum procumbens DC. III. Effects on hyperkinetic ventricular arrhythmias by reperfusion. J Ethnopharmacol, 13:193-199, 1985.
6. Occhiuto F et al. A drug used in traditional medicine Harpagophytum procumbens DC IV. Effects on some isolated muscle preparations. J Ethnopharmacol, 13:201-208, 1985.
7. Guérin J-c and Réveillère H-P. Activité antifongique d´extraits végétaux à usage thérapeutique II. Étude de 40 extraits sur 9 souches fongiques. Ann Pharmaceut Francaises, 43:77-81, 1985.
8. "Herbal Medicines", C A Newall, L A Anderson, J D Phillipson, The Pharmaceutical Press,1996.
9. Lecomte A, et al. Harpagophytum dans l´arthrose: Etude en double insu contre placebo. Le Magazine 15: 27-30, 1992.
10. ESCOP monograph. Fascicule 2: Harpagophyti radix (devil´s claw). Exeter, UK: European Scientific Cooperative on Phytotherapy, 1997.
Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου